Σχετικά με την καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου, επικρατεί μεγάλη επιστημονική διαμάχη, μεταξύ δύο κατηγοριών επιστημόνων (γλωσσολόγων, φιλολόγων, ιστορικών κ.ά.). Η πρώτη κατηγορία: Ισχυρίζεται ότι το ελληνικό αλφάβητο έχει φοινικική καταγωγή. Η δεύτερη κατηγορία: Ισχυρίζεται ότι το ελληνικό αλφάβητο έχει ελληνική καταγωγή.
Η πρώτη κατηγορία βασίζεται στο ιστορικό κείμενο του πατέρα της Ιστορίας Ηροδότου, ο οποίος αναφέρει ότι τα στοιχεία του αλφαβήτου είναι προελεύσεως φοινικικής. Άξιο παρατηρήσεως όμως είναι το γεγονός ότι οι φοινικίζοντες περί του αλφαβήτου δεν διαθέτουν σοβαρά επιχειρήματα για να θεμελιώσουν την άποψή τους.
Οι οπαδοί της ελληνικής καταγωγής του αλφαβήτου διαφωνούν, για το πιο από τα τοπικά ελληνικά αλφάβητα απετέλεσε τη βάση της ελληνικής γραφής, δηλαδή το κρητικό, το κυπριακό, το μυκηναϊκό κ.ά., με αποτέλεσμα να αποδυναμώνεται η άποψή τους.
Ας εξετάσουμε τον Ηρόδοτο που αναφέρει, ότι το ελληνικό αλφάβητο είναι φοινικικό και το οποίο δεν ήταν γνωστό πριν στους Έλληνες. Στο σημείο αυτό παρατηρούμε ότι ο κυμαϊκός τύπος γραφής που χρησιμοποιείτο τότε στην Εύβοια, αλλά και σε άλλες την εποχή εκείνη περιοχές, δεν χρησιμοποιείτο στην Αττική, τα Μέγαρα, την Κόρινθο και το Άργος. Ίσως από το γεγονός αυτό ο Ηρόδοτος να αναφέρει στο κείμενο τη φράση, σχετικά με τα γράμματα «Ουκ εόντα πριν Έλλησι, ως εμοί δοκέειν…».
Ο Ηρόδοτος στο κείμενό του μνημονεύει τη λέξη «γεφυραίοι», η οποία στο μεγάλο λεξικό της ελληνικής γλώσσας του Δ. Δημητράκου, αναφέρεται ότι γεφυραίοι είναι ιερείς «εν Αθήναις το πάλαι γεφυραίοι (ελέγοντο) πάντες οι περί τα πάτρια ιερά εξηγηταί και αρχιερείς».
Οι ερχόμενοι με τον Κάδμο στη Θήβα, θα πρέπει να ήσαν Κυμαίοι από την Αιολική Κύμη της Μ. Ασίας. Για πιο λόγο όμως ο Ηρόδοτος τους ονόμασε Φοίνικες; Δυνατόν να εκφράσουμε τις ακόλουθες απόψεις: Η Φρυγία και η Φοινίκη, ήταν πλούσιες χώρες την εποχή εκείνη, η μεν Φρυγία με τον χρυσό που διέθετε, η δε Φοινίκη με το εμπόριο που είχε αναπτύξει, ενώ οι Κυμαίοι της αιολικής Κύμης ήσαν ευκατάστατοι και διατηρούσαν εμπορικές αλλά και ιδιαίτερες θρησκευτικές επαφές με τους λαούς των χωρών αυτών. Ίσως ο Ηρόδοτος χλευαστικά να τους έδωσε το όνομα (παρατσούκλι) Φοίνικες. Είναι κάτι ανάλογο, που και σήμερα λέμε κοροϊδευτικά, π.χ. Αμερικανούς τους επιστρέφοντες στην Ελλάδα, μετανάστες Έλληνες από την Αμερική. Μάλιστα ιστορικά κείμενα αναφέρουν για τους Κυμαίους της αιολικής Κύμης: «οι Κυμαίοι εθεωρούντο ως ευήθεις, παροιμίαι δ' υπήρχον ειρωνικαί περί αυτών».
Επίσης ίσως ο Ηρόδοτος με την ονομασία Φοίνικες να ήθελε να δημιουργήσει κάποια σύγχυση και να μην είναι τόσο αποκαλυπτικός, για λόγους ίσως θρησκευτικών δεσμεύσεων. Ο Ηρόδοτος αναφέρει σαν πρώτο σταθμό των Φοινίκων (Κυμαίων της αιολικής Κύμης) την Ερέτρια. Μάλιστα στην Ερέτρια από τον αρχαιολόγο Χρ. Τσούντα βρέθηκε επιγραφή, που αναφέρει τη λέξη «Κωμαιείς» (πολίτες της Κύμης ), ίσως η επιγραφή αυτή που αναφέρεται σε κατάλογο πολιτών του αρχαίου Δήμου της Ερέτριας, να έχει κάποια σχέση με τους Κωμαιείς της αιολικής Κύμης της Μ. Ασίας.
Δεύτερος σταθμός των Φοινίκων (Κυμαίων) κατά τον Ηρόδοτο, είναι η Τανάγρα. Η αρχαία Τανάγρα είχε εμπορικές και φιλικές σχέσεις τόσο με την ευβοϊκή Κύμη, όσο και με την αιολική Κύμη της Μ. Ασίας. Μάλιστα στα νομίσματα της Τανάγρας, όσο και στα νομίσματα της ευβοϊκής αλλά και αιολικής Κύμης, απεικονίζεται το εμπρόσθιο τμήμα αλόγου.Επίσης στο εγκυκλοπαιδικό λεξικό του Ελευθερουδάκη και στη λέξη Αιολείς, αναφέρεται η ταύτηση της τεχνοτροπίας κομψοτάτων πηλίνων αγαλμάτων της Τανάγρας,(τις περίφημες Ταναγραίες) με αυτά της πόλεως Μυρίνης στον αιολικό χώρο της Μ. Ασίας.
Στη Θήβα τέλος που ήταν το τέρμα των γεφυραίων φοινίκων και του Κάδμου, ελατρεύετο ιδιαίτερα ο Απόλλων, υπήρχε δε και σπουδαίο ιερό του Ισμηνίου Απόλλωνα, το οποίο εκοσμείτο με γλυπτά έργα του Φειδίου και του Σκόπα. Μάλιστα το αλφάβητο αυτό είναι, που ο πατέρας της ιστορίας Ηρόδοτος διάβασε επί τριπόδων που ήταν γραμμένα με καδμήια γράμματα στο ιερό του Ισμηνίου Απόλλωνα στη βοιωτική Θήβα.
Πάντως είναι σίγουρο ότι οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, ιστορικοί και άλλοι σημαίνοντες των ελληνικών γνώσεων γνώριζαν την καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου. Μάλιστα ο σοφιστής και συγγραφέας Λουκιανός, στο έργο του «δίκη των φωνηέντων» κρυπτογραφεί σοβαρά θέματα. Αποτελεί ερώτημα για ποιο λόγο δεν αποκάλυπταν τη γνώση του αλφαβήτου, αλλά με διάφορες απαντήσεις , διφορούμενες και αόριστες, δημιούργησαν πραγματική σύγχυση, με αποτέλεσμα να έχομε αλληλοσυγκρουόμενες στο θέμα αυτό απόψεις.
Μία εξήγηση είναι ότι από τους μύστες της αρχαιότητος το ελληνικό αλφάβητο θεωρείτο θείο δώρο, εξ αφορμής ότι διά της γλώσσας και της γραφής θα διδαχθεί ο θείος λόγος και ότι το αλφάβητο θα έπρεπε να μεταλαμπαδεύεται αρχικά σε ορισμένη τάξη (όπως οι μύστες και οι μελετητές της φιλοσοφίας).
Αρχαία κείμενα φιλοσόφων, ιστορικών κ.ά. έχουν αναφορές για το θέμα της καταγωγής του ελληνικού αλφαβήτου. Όπως ο Πλούταρχος (περί Σωκράτους δαιμονίου)αναφέρει πινακίδα με αρχαιοτάτη γραφή από τους χρόνους του Πρωτέως, που βρέθηκε στη Σπάρτη στον τάφο της Αλκμήνης (μητέρας του Ηρακλή). Επίσης ο Στράβων αναφέρει για πανάρχαια γράμματα στο ναό του Ηρακλέους στα Γάδειρα, ενώ ο Διόδωρος θέλει να αποδώσει θεία προέλευση στο ελληνικό αλφάβητο.
Οι αρχαίες ελληνικές παραδόσεις είναι και αυτές υπέρ της ελληνικότητας του αλφαβήτου. Ο Αισχύλος διασώζει την παράδοση ότι ο Προμηθεύς βρήκε τα γράμματα. Ποίος όμως ήτο ο Προμηθεύς; Κατά την ελληνική μυθολογία φέρεται γιός του Ιαπετού και της Κλυμένης. Το όνομα όμως Κλυμένηίσως να κρυπτογραφεί το όνομα Κύμη, δηλαδή Κλυμένη =Κύμη – λένε. Ομοίως και ο Στησίχωρος (αποσπάσματα 34, β) αναφέρει τον Παλαμήδη ως ευρέτη των γραμμάτων. Κατά τη μυθολογία ο Παλαμήδης φέρεται γιός του Ναυπλίου και της Κλυμένης. Δηλαδή βλέπουμε και πάλι την κρυπτογράφηση της Κύμης. Η Κλυμένη αναφέρεται με πολλούς ρόλους, όμως πάλι ο Αισχύλος διευκρινίζει ότι η Κλυμένη είναι πολλών ονομάτων μορφή μία.
Τέλος, θα αναφερθώ σε ένα απόσπασμα από το ημερολόγιο 1899 του Γυμναστικού Συλλόγου Κυμαίων: «Η Κύμη είναι, ως αληθώς ονόμασε αυτήν ο κ. Ραϋνόλδος Δημητριάδης, ο μικρός της Ανατολής εξώστης, αφ΄θεάται τις το αληθές πανόραμα του ανατέλλοντος και το φως επί την γήν επιχέοντος Φοίβου».