Πηγη:www.kathimerini.gr
Η ανθρωπότητα πριονίζει το κλαδί στο οποίο κάθεται
BRAD PLUMER/THE NEW YORK TIMES
Ο άνθρωπος αλλοιώνει τα φυσικά τοπία της Γης με τόσο δραματικό τρόπο, ώστε ένα εκατομμύριο είδη φυτών και ζώων κινδυνεύουν με αφανισμό και παράλληλα απειλείται το σύνολο των οικοσυστημάτων από τα οποία εξαρτάται η ανθρωπότητα για την επιβίωσή της. Αυτό ήταν το συμπέρασμα της έκθεσης αξιολόγησης του ΟΗΕ – ένα παγκόσμιο SOS.
Η έκθεση αποτελεί την πιο καθαρή επιστημονική ματιά για τη μείωση της βιοποικιλότητας σε όλη την υφήλιο και τους κινδύνους που αυτή εγκυμονεί για τον ανθρώπινο πολιτισμό. Μία περίληψή της, η οποία επικυρώθηκε από αντιπροσώπους των ΗΠΑ και 131 άλλων κρατών, δόθηκε στην δημοσιότητα στο Παρίσι την περασμένη Δευτέρα.
Τα συμπεράσματα της μελέτης κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Στα περισσότερα χερσαία οικοσυστήματα, από τις σαβάνες της Αφρικής μέχρι τα τροπικά δάση της Νότιας Αμερικής, τα ενδημικά ζωικά και φυτικά είδη μειώθηκαν κατά 20% ή ακόμα περισσότερο, κυρίως κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα. Καθώς ο πληθυσμός της Γης υπερβαίνει τα επτά δισεκατομμύρια, δραστηριότητες όπως η γεωργία, η υλοτομία, η λαθροθηρία, η αλιεία, η εξόρυξη μεταλλευμάτων και άλλες μεταβάλλουν τον φυσικό κόσμο, με ρυθμούς που δεν έχουν προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία.
Ταυτόχρονα μία νέα απειλή εμφανίστηκε στο προσκήνιο. Η κλιματική αλλαγή αποτελεί πολύ σοβαρό παράγοντα μείωσης της άγριας ζωής, μεταβάλλοντας τις τοπικές κλιματικές συνθήκες όπου πολλά θηλαστικά, πτηνά, έντομα, ψάρια και φυτά εξελίχθηκαν προκειμένου να επιβιώσουν. Οταν συνδυάζεται με τους άλλους τρόπους που ο άνθρωπος καταστρέφει το περιβάλλον, η κλιματική αλλαγή σήμερα οδηγεί κάποια είδη, όπως οι τίγρεις της Βεγγάλης, στον αφανισμό. Ως αποτέλεσμα, η απώλεια βιοποικιλότητας αναμένεται να επιταχυνθεί μέχρι το 2050, ιδιαίτερα στους τροπικούς, εκτός βέβαια και αν τα κράτη ενισχύσουν άμεσα και σε μεγάλο βαθμό τις προσπάθειες για τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος.
Πάντως, αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόσφατη έκθεση του ΟΗΕ ερευνά ενδελεχώς τη σύνδεση της ανθρώπινης ευδαιμονίας με την τύχη των υπόλοιπων ειδών.
«Επί μεγάλο χρονικό διάστημα, οι άνθρωποι θεωρούσαν ότι η βιοποικιλότητα ήταν ταυτόσημη με τη διάσωση της φύσης», επισημαίνει ο Ρόμπερτ Ουάτσον, επικεφαλής της Διακυβερνητικής Επιστημονικής Πλατφόρμας για τη Βιοποικιλότητα και τα Οικοσυστήματα, που εκπόνησε τη μελέτη κατόπιν αιτήματος των εθνικών κυβερνήσεων. «Ωστόσο, αυτή η έκθεση αποσαφηνίζει τους συνδέσμους ανάμεσα στη βιοποικιλότητα και στη φύση και παράγοντες όπως είναι η ασφάλεια τροφίμων και το καθαρό νερό, τόσο στις φτωχές όσο και στις εύπορες χώρες».
Οι ειδικοί απευθύνουν έκκληση για «μετασχηματιστική αλλαγή» που περιλαμβάνει τον περιορισμό της υπερκατανάλωσης, την ελάττωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της γεωργίας και την πάταξη της παράνομης υλοτομίας και αλιείας.
Η καταγραφή
Ωστόσο, οι επιστήμονες κατάφεραν να δημιουργήσουν καταλόγους μόνο για ένα κλάσμα των ζωντανών οργανισμών, περίπου 1,3 εκατ. είδη. Η έκθεση εκτιμά ότι πάνω στη Γη επιβιώνουν περίπου οκτώ εκατομμύρια είδη φυτών και ζωών, τα περισσότερα από τα οποία είναι έντομα. Από το 1.500 μ.Χ. μέχρι σήμερα, έχουν αφανιστεί ολοκληρωτικά περίπου 680 είδη, όπως η πελώρια χελώνα Πίντα των νήσων Γκαλαπάγκος και η ιπτάμενη αλεπού του Γκουάμ.
Αν τα κράτη δεν ενισχύσουν τις προσπάθειές τους να προστατεύσουν όσα φυσικά οικοσυστήματα έχουν απομείνει, μπορεί να γίνουν μάρτυρες του αφανισμού του 40% των αμφίβιων ειδών, του ενός τρίτου των θαλασσίων ειδών και του ενός τρίτου των κοραλλιογενών υφάλων. Περισσότερα από 500.000 χερσαία είδη, επισημαίνει η έκθεση, δεν διαθέτουν αρκετά φυσικά οικοσυστήματα προκειμένου να διασφαλίσουν τη μακροπρόθεσμη επιβίωσή τους. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου μισού αιώνα, η απώλεια της παγκόσμιας βιοποικιλότητας προκαλείται από δραστηριότητες όπως είναι η αποψίλωση των δασών προκειμένου να δημιουργηθούν καλλιεργήσιμες γαίες, η επέκταση του οδικού δικτύου και των πόλεων, η υλοτομία, το κυνήγι, η υπεραλιεία, η ρύπανση των υδάτων αλλά και η μεταφορά ειδών-εισβολέων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο διαρκώς μειούμενος αριθμός ειδών δεν θα κάνει απλώς τον κόσμο λιγότερο πολύχρωμο και θαυμαστό, σημειώνει η έκθεση. Ταυτόχρονα, αποτελεί και ένα πολύ σημαντικό κίνδυνο για τον άνθρωπο.
Ωστόσο, μία αχνή ελπίδα περιέχεται στην έκθεση. Οταν οι κυβερνήσεις προστάτευσαν αποφασιστικά τα απειλούμενα είδη, όπως συνέβη με τον κοκκινολαίμη των Σεϋχελλών και τον αραβικό όρυγα, κατάφεραν να αποτρέψουν τον κίνδυνο του αφανισμού. Αλλωστε, τα κράτη προστάτευσαν αποτελεσματικά περισσότερο από το 15% των παγκόσμιων εδαφών και το 7% των ωκεανών με τη δημιουργία προστατευόμενων περιοχών.
Τέλος, οι συντάκτες της βαρυσήμαντης έκθεσης επισημαίνουν ότι οι προσπάθειες για τον περιορισμό της κλιματικής αλλαγής είναι κομβικής σημασίας, αλλά υπογραμμίζουν ότι η ανάπτυξη βιοκαυσίμων, προκειμένου να μειωθεί η εκπομπή αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, μπορεί να προκαλέσει βλάβες στη βιοποικιλότητα εξαιτίας της περαιτέρω καταστροφής των δασών.
Το έκτο κύμα
Η ιστορία του γαλάζιου πλανήτη είναι μια αλληλουχία δημιουργίας και καταστροφής. Μετά τη μεγάλη εξάπλωση της ζωής στην Κάμβρια περίοδο, σημειώθηκαν πέντε μαζικές εξαφανίσεις ειδών τα τελευταία 500 εκατ. χρόνια, με τελευταίο εκείνο που αφάνισε και τους δεινόσαυρους, πριν από 65 εκατ. χρόνια. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι 99% των ζωικών και φυτικών ειδών που έζησαν κάποτε στη Γη, δεν υπάρχουν πια. Η διαφορά του έκτου κύματος μαζικής εξαφάνισης ειδών, που βρίσκεται σε εξέλιξη στις μέρες μας, είναι ότι για πρώτη φορά δεν ευθύνονται φυσικά φαινόμενα, όπως οι διακυμάνσεις της ηλιακής ακτινοβολίας, οι εκρήξεις ηφαιστείων και οι πτώσεις αστεροειδών, αλλά σχεδόν αποκλειστικά, σε ποσοστό της τάξης του 99%, η ανθρώπινη δραστηριότητα. Υπολογίζεται ότι, ενώ ο φυσικός ρυθμός εξάλειψης ειδών είναι γύρω στα πέντε τον χρόνο, σήμερα χάνουμε 1.000 έως και 10.000 περισσότερα είδη. Η καταστροφή βιότοπων (τροπικά δάση, κοραλλιογενείς ύφαλοι, πολικές θάλασσες, λιβάδια κ.ά.) σε μεγάλη κλίμακα, η εισβολή εξωτικών ειδών εκεί που δεν υπήρχαν πριν και η κλιματική αλλαγή είναι ορισμένοι από τους βασικούς παράγοντες της καταστροφής, που προέρχονται βασικά από την ανθρώπινη δραστηριότητα.