Σπασμένο καράβι να 'μαι πέρα βαθιά έτσι να 'μαι
με δίχως κατάρτια με δίχως πανιά να κοιμάμαι.
Να 'ν' αφράτος ο τόπος κι η ακτή νεκρική γύρω γύρω
με κουφάρι γειρτό και με πλώρη εκεί που θα γείρω.
Να 'ν' η θάλασσα άψυχη και τα ψάρια νεκρά έτσι να 'ναι
και τα βράχια κατάπληκτα και τ' αστέρια μακριά να κοιτάνε.
Δίχως χτύπο οι ώρες και οι μέρες θλιβές δίχως χάρη
κι έτσι κούφιο κι ακίνητο μες σε νύχτες βουβές το φεγγάρι.
Έτσι να 'μαι καράβι γκρεμισμένο νεκρό έτσι να 'μαι
σ' αμμουδιά πεθαμένη και κούφιο νερό να κοιμάμαι.
Γιάννης Σκαρίμπας, "Σπασμένο Καράβι"
Ταυτισμένος όσο κανένας άλλος λογοτέχνης με την ευβοϊκή πρωτεύουσα, η Χαλκίδα αποτέλεσε βασικό θέμα των ποιημάτων του. "Σπασμένο Καράβι", "Χαλκίδα", "Το εισιτήριο", "Ο Γλάρος", "Φαντασία" είναι τα πιο γνωστά του ποιήματα, που έγραψε για αυτή. Ο ίδιος την αντιμετώπισε στα ποιήματά του με έντονο το στοιχείο του ερωτισμού είτε ως σύμβολο είτε ως μεταφορά δίνοντάς της τη δική του προσωπική πινελιά. Το ίδιο προσωπικό στίγμα έδωσε και σε όλο του το έργο, που δεν χαρακτηρίζεται από κάποια συγκεκριμένη σχολή και ρεύμα, αλλά από στοιχεία της δικής του μυθολογίας, όπως το εικονοκλαστικό ύφος και την ιδιόρρυθμη"επαναστατική" γλώσσα, και αποτέλεσε δικαίως το σημαντικότερο εκπρόσωπο του υπερρεαλισμού και έναν από τους πρωτοπόρους των Ελληνικών Γραμμάτων.
Ο μπάρμπα - Γιάννης Σκαρίμπας, όπως ήταν γνωστός στον κύκλο των φίλων του, γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου του 1893 στην Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος. Προερχόταν από ιστορική οικογένεια, που ήταν απόγονοι αγωνιστών της Επανάστασης του 1821. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Α' Γυμνάσιο της Πάτρας και αφότου υπηρέτησε στον Ελληνικό Στρατό ως ανθυπασπιστής, διορίστηκε τελωνοσταθμάρχης στην Ερέτρια. Στη Χαλκίδα εγκαταστάθηκε το1915 για να εργαστεί ως εκτελωνιστής, όπου και απέκτησε με τη σύζυγό του Ελένη Κεφαληνίτη πέντε παιδιά. Στην πόλη αυτή έζησε έκτοτε όλη του τη ζωή και σε αυτή απεβίωσε στις 21 Ιανουαρίου 1984 έχοντας ταξιδέψει ελάχιστα.Την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα την πραγματοποίησε κατά τη δεκαετία του 1910 δημοσιεύοντας ποιήματα και πεζά σε διάφορα περιοδικά της Αθήνας και στις εφημερίδες "Εύριπος" και "Εύβοια" της Χαλκίδας με το ψευδώνυμο "Κάλλις Εσπερινός". Με το πραγματικό του όνομα εμφανίστηκε το 1929, οπότε και έλαβε το Α' βραβείο διηγήματος για το δημοσιευμένο στα Ελληνικά Γράμματα πεζό"Ο καπετάν Σουρμελής ο Στουραΐτης" χάρις στο πρωτότυπο ύφος του, στην εκρηκτική του γλώσσα και στις πλούσιες εικόνες του και έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από την κριτική επιτροπή, που απαρτιζόταν από τους Μπαστιά, Φώτη Κόντογλου, Κώστα Καρθαίο και Λέοντα Κουκούλα. Επιπλέον, βραβεύτηκε σε λογοτεχνικό διαγωνισμό και για τη συλλογή του “Καημοί στο Γρηπονήσι”, που εκδόθηκε το 1930. Το ανήσυχό του ύφος και το επαναστατικό του χαρακτήρα του έκανε από την πρώτη στιγμή αισθητό το "α-λα-Σκαρίμπα" ύφος, όπως το χαρακτήρισαν οι μετέπειτα μελετητές του. Ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα, το 1932,η έκδοση ενός καινούριου βιβλίου του, η συλλογή "Το θείο τραγί" και το 1935 το μυθιστόρημα "Μαριάμπας".Και στα δύο κοινός παρονομαστής είναι το αναρχικό του γράψιμο, που δεν υποβάλλεται σε κανόνες, όπου το πραγματικό μπλέκεται με το φανταστικό, το κωμικό και το δραματικό.
Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει από μυθιστορήματα, μεταξύ των οποίων "Το σόλο του Φίγκαρο", "Το Βατερλώ των δύο γελοίων", θεατρικά όπως το πρώτο του θεατρικό, που παίχτηκε στη Χαλκίδα το 1942, ο 'Ήχος του κώδωνος", το "Σεβαλιέ Σερβάν της κυρίας", η "Κυρία του τραίνου", ο "πάτερ Συνέσιο", τα "Καγκουρώ", το"Σημείο του σταυρού", μέχρι τις ποιητικές συλλογές "Ουλαλούμ", "Εαυτούληδες", "Βοϊδάγγελοι", διηγήματα, όπως "Τυφλοβδομάδα στη Χαλκίδα", "Τρεις άδειες καρέκλες", αντιδιηγήματα "Σπαζοκεφαλιές στον ουρανό" και άλλα.
Εξέχουσα θέση όμως στο έργο του Σκαρίμπα κατέχει ο Καραγκιόζης, τον οποίο θεωρούσε το γνησιότερο είδος λαϊκού θεάτρου με προέλευση από τα ορφικά, ελευσίνια, διονύσια μυστήρια και με ρίζες από την αρχαία παράδοση των Ελλήνων, που εκφράζει τα όνειρα και τους καημούς του ελληνικού λαού. Ο ίδιος υπήρξε μανιώδης καραγκιοζοπαίχτης δημιουργώντας όλες τις φιγούρες του Θεάτρου Σκιών. Ιδιαίτερη, επίσης, θέση στο έργο του αποτελεί το πολυσυζητημένο τρίτομο έργο του "Το 1821 και η Αλήθεια",που συμπυκνώνει τη δική του αλήθεια αναφορικά με την επανάσταση του 1821. Το έργο αυτό δεν αποτέλεσε μία αμιγώς ιστορική καταγραφή, αλλά άνοιξε το δρόμο στους ιστορικούς για την ανακάλυψη της κρυμμένης αλήθειας πίσω από τα ιστορικά γεγονότα και συνέδεσε την προσωπικότητα του Σκαρίμπα με συνείδηση τόσο εθνική όσο και λαϊκή. Τα τελευταία χρόνια πολλά από τα ποιήματα του Σκαρίμπα έχουν μελοποιηθεί από συνθέτες και τραγουδοποιούς, όπως ο Νικόλας Άσημος που μελοποίησε το "Ουλαλούμ", ο Γιάννης Σπανός και ο Διονύσης Τσακνής, που μελοποίησε 12ποιήματα του Σκαρίμπα και πραγματοποίησε τη μουσική παράσταση «Εαυτούληδες» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Ο Γιάννης Σκαρίμπας είναι από τις λίγες φυσιογνωμίες των Ελληνικών Γραμμάτων, καθότι ασχολήθηκε με σχεδόν όλα τα είδη του γραπτού λόγου: ποίηση, διήγημα, νουβέλα, μυθιστόρημα, ιστορικό δοκίμιο, θέατρο, Καραγκιόζη,σχολιογραφία.
Εξώφυλλο δίσκου του Διονύση Τσακνή
με δώδεκα τραγούδια σε στίχους του
Γιάννη Σκαρίμπα,από τη συλλογή «Εαυτούληδες»,
φιλοτεχνημένο από τον Αλέκο Φασιανό
Εισήγαγε στοιχεία σουρεαλισμού στην ελληνική γλώσσα χρησιμοποιώντας τη με τρόπο αναρχικό και παράδοξο σε μία εποχή που τα ελληνικά γράμματα δεν είχαν κάτι το ανατρεπτικό να επιδείξουν, ανατρέποντας τους παραδοσιακούς θεσμούς της αφήγησης και σφραγίζοντας με την παρουσία του την ελληνική ηθογραφία. Αυθεντική προσωπικότητα,ανατρεπτικός και αντισυμβατικός χαρακτήρας, που ταξίδεψε λίγο, αλλά το μυαλό του ταξίδευε συνέχεια, 31 χρόνια μετά το θάνατό του, τα «τρελά νερά» της Χαλκίδας που αγάπησε και έκανε σημείο αναφοράς στο έργο του, εξακολουθούν να μας τον θυμίζουν.
Δύο μήνες μετά το θάνατό του το 1984 ιδρύθηκε ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Φίλοι του Σκαρίμπα» από τους συντοπίτες του τιμώντας μέχρι σήμερα τη μνήμη του με εκδηλώσεις. Το «Μουσείο Σκαρίμπα» στεγάζεται στην οδόΚακαρά 3, ενώ η προτομή του φιλοτεχνημένη από τον Ευβοιώτη γλύπτη Αντώνη Καραχάλιο βρίσκεται απέναντι από την είσοδο του Ξενοδοχείου «Παλίρροια». Έχει τιμηθεί από την Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών και από το Δήμο Χαλκιδέων, καθώς και με το Α' Κρατικό Βραβείο Πεζογραφίας για το βιβλίο του "Φυγή προς τα Εμπρός". Πέθανε στην τελευταία κατοικία του στην οδό Κομίνη 8, στη Χαλκίδα και κηδεύτηκε στο κάστρο του Καράμπαμπα.
Μπορεί η Πρέβεζα να έχει τον Καρυωτάκη, η Αλεξάνδρεια τον Καβάφη, η Σκιάθος τον Παπαδιαμάντη, η Χαλκίδα έχει αναμφισβήτητα το Σκαρίμπα. Ίσως η Χαλκίδα με τα τρελά νερά της να εναρμονιζόταν απόλυτα με το ιδιόρρυθμο του χαρακτήρα και το υπερρεαλιστικό της πραγματικότητας του Σκαρίμπα, ο ίδιος αναμφισβήτητα επικέντρωσε μεγάλο μέρος του συγγραφικού του έργου σε αυτή,κάνοντας ακόμη περισσότερο την πόλη, όπου δημιούργησε,δική του πόλη, κάνοντας τη Χαλκίδα, τη Χαλκίδα του Σκαρίμπα.